ἀποκτείναντι

ἀποκτείναντι
ἀποκτείνω
kill
aor part act masc/neut dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • επανειπείν — ἐπανειπεῑν (Α) επικηρύσσω δημόσια, υπόσχομαι αμοιβή («τῶν δὲ διαφυγόντων θάνατον καταγνόντες ἐπανεῑπον ἀργύριον τῷ ἀποκτείναντι» καταδίκασαν σε θάνατο αυτούς που διέφυγαν και επικήρυξαν, υποσχέθηκαν χρήματα σε όποιον σκοτώσει κάποιον από αυτούς,… …   Dictionary of Greek

  • ἀποκτείναντ' — ἀποκτείναντα , ἀποκτείνω kill aor part act neut nom/voc/acc pl ἀποκτείναντα , ἀποκτείνω kill aor part act masc acc sg ἀποκτείναντι , ἀποκτείνω kill aor part act masc/neut dat sg ἀποκτείναντε , ἀποκτείνω kill aor part act masc/neut nom/voc/acc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”